Home ΑΛΛΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝΤΑ Όταν ο υδράργυρος σπάει τα κοντέρ-Τα ζενίθ και τα ναδίρ των τελευταίων 36 χρόνων
Όταν ο υδράργυρος σπάει τα κοντέρ-Τα ζενίθ και τα ναδίρ των τελευταίων 36 χρόνων

Όταν ο υδράργυρος σπάει τα κοντέρ-Τα ζενίθ και τα ναδίρ των τελευταίων 36 χρόνων

Η ραγδαία αύξηση της θερμοκρασίας τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει ένα τεράστιο πονοκέφαλο στους αρμόδιους, οι οποίοι ψάχνουν συνεχώς τρόπους, ώστε να απαβλυνθεί το φαινόμενο.
Η υπερθέρμανση του πλανήτη προβλέπεται πώς θα έχει επιπτώσεις τόσο στο περιβάλλον όσο και στις ανθρώπινες δραστηριότητες.
Στις κυριότερες από αυτές τις επιπτώσεις συγκαταλέγονται η αύξηση της στάθμης των θαλασσών, καθώς και διαφορετικά ακραία καιρικά φαινόμενα. Για τη στάθμη της θάλασσας, οι επιστήμονες μιλούν για άνοδο κατά πέντε εκατοστά ανά δεκαετία.
Η εκτίμηση των επιπτώσεων της συγκέντρωσης των αερίων θερμοκηπίου στην γενικότερη οικολογική ισορροπία, αποτελεί πεδίο επιστημονικής αντιπαράθεσης καθώς υπάρχουν πολλές διαφορετικές παράμετροι που αλληλεπιδρούν και πολλά στοιχεία, που πρέπει να συνεκτιμηθούν.
Στη χώρα μας, οι υψηλότερες θερμοκρασίες που έχουν καταγραφεί τα τελευταία 36 χρόνια, ήταν τον Αύγουστο του 2010, όπου ο υδράργυρος άγγιξε στη Λευκωσία τους 45,6 βαθμούς Κελσίου. Ακολουθεί ο Aυγουστος του 2017, όπου καταγράφηκε η θερμοκρασία των 44,6 βαθμών Κελσίου, ενώ την τριάδα κλείνει ο Ιούλιος του 2017, όταν η θερμοκρασία ακούμπησε τους 43,8 βαθμούς Κελσίου.
Όταν ο υδράργυρος σπάει χειμωνιάτικα ρεκόρ
Μπορεί το καλοκαίρι οι θερμοκρασίες στη χώρα μας να χτυπούν κόκκινο, ωστόσο υπήρχαν και χειμώνες, ιδιαίτερα την τελευταία δεκαετία, κατά τους οποίους ο υδράργυρος ανέβηκε μέχρι και τους 27 βαθμούς Κελσίου.
Σύμφωνα με το Τμήμα Μετεωρολογίας, η ψηλότερη θερμοκρασία που καταγράφηκε τα τελευταία 36 χρόνια τη χειμερινή περίοδο, καταγράφηκε τον Φεβρουάριο του 2016 με 27,8 βαθμούς Κελσίου, ενώ το 2018, επίσης τον Φεβρουάριο, η θερμοκρασία έφθασε τους 25,2 βαθμούς. Στην τρίτη θέση βρίσκεται ο Φεβρουάριος του μακρινού 1987 με 25 βαθμούς.
Καυτή η άνοιξη του 2019
Μπορεί η φετινή χρονιά να περιελάβανε ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία συνεχίζονται μέχρι και σήμερα με βροχές και καταιγίδες, ωστόσο την άνοιξη του 2019 καταγράφηκε η μεγαλύτερη θερμοκρασία στην ιστορία.
Συγκεκριμένα τον Μάιο του 2019 ο υδράργυρος άγγιξε τους 42,1 βαθμούς Κελσίου, θερμοκρασία η οποία έσπασε το ρεκόρ που κρατούσε από το μακρινό 1995, όπου επίσης τον Μάιο, το θερμόμετρο έφθασε τους 41,5 βαθμούς.
Τρίτη υψηλότερη θερμοκρασία ήταν οι 39,8 βαθμοί το Μάιο του 1989.
Ο Σεπτέμβριος που σπάει το φράγμα των 40 βαθμών
Παρότι ο Σεπτέμβριος είναι ο μήνας όπου αρχίζουν σιγά σιγά να υποχωρούν οι υψηλές θερμοκρασίες και ξεκινά η προετοιμασία για τη χειμερινή περίοδο, εντούτοις συνολικά έξι φορές τα τελευταία τριάντα πέντε χρόνια το θερμόμετρο έσπασε το φράγμα των σαράντα βαθμών Κελσίου.
Οι τρεις ψηλότερες θερμοκρασίες που καταγράφηκαν κατά σειρά ήταν πέρυσι, με 41,4 βαθμούς Κελσίου, το 2015 με 41,3 και το μακρινό 1994 με 41,1. Ωστόσο, σε γενικές γραμμές οι υψηλότερες θερμοκρασίες του φθινοπώρου φθάνουν κατά μέσο όρο τους 38,4 βαθμούς Κελσίου και εντοπίζονται πάντα τον μήνα Σεπτέμβριο.

Η χαμηλότερη θερμοκρασία στη Λευκωσία πριν… 34 χρόνια
Οι υψηλότερες θερμοκρασίες που κατέγραψε η Μετεωρολογική Υπηρεσία μπορεί να εντοπίζονται κατά βάση την τελευταία δεκαετία, ωστόσο αντιστρόφως ανάλογη είναι η πορεία των χαμηλότερων θερμοκρασιών που καταγράφηκαν ποτέ στην πρωτεύουσα.
Η χαμηλότερη θερμοκρασία σημειώθηκε τον Μάρτιο του 1985, όταν το θερμόμετρο έκανε βουτιά στους -3,3 βαθμούς Κελσίου. Έκτοτε, σε κανένα μήνα καμίας χρονιάς δεν καταγράφηκε χαμηλότερη θερμοκρασία.
Η δεύτερη μικρότερη θερμοκρασία της άνοιξης ήταν τον Μάρτιο του 1983, όταν το θερμόμετρο έφθασε τους -1,3 βαθμούς Κελσίου, ενώ το Μάρτιο του 1987 ήταν η τρίτη μικρότερη θερμοκρασία που καταγράφηκε ποτέ τη συγκεκριμένη εποχή και έφθασε στους -0,9 βαθμούς.
Στους μείον δύο πριν 22 χρόνια
Σε ότι αφορά το χειμώνα, οι χαμηλότερες θερμοκρασίες καταγράφονται κυρίως τον τελευταίο μήνα της εποχής, δηλαδή τον Φεβρουάριο.
Ωστόσο η τελευταία φορά που ο υδράργυρος έπεσε κάτω από τους μείον δύο βαθμούς ήταν το 1997, όταν καταγράφηκε η θερμοκρασία των -2,9 βαθμών Κελσίου.
Η ίδια θερμοκρασία είχε καταγραφεί και το 1993, επίσης τον Φεβρουάριο. Στους -2,7 βαθμούς έφθασε ο υδράργυρος το 1993, θερμοκρασία η οποία είναι η τρίτη μικρότερη των τελευταίων 36 χρόνων.
Δέκα βαθμούς τον Ιούνιο από το ‘91
Ενδεικτικό ως προς την αύξηση της θερμοκρασίας τα τελευταία χρόνια είναι και το γεγονός ότι οι χαμηλότερες θερμοκρασίες τους καλοκαιρινούς μήνες, καταγράφονται τη δεκαετία του ’90. Συγκεκριμένα, το 1990 η χαμηλότερη θερμοκρασία ήταν στους 10,2 βαθμούς Κελσίου.
Την αμέσως επόμενη χρονιά καταγράφηκε η δεύτερη χαμηλότερη θερμοκρασία, με 10,6 βαθμούς Κελσίου, ενώ το 1997 η χαμηλότερη θερμοκρασία ήταν 11,7 βαθμούς.
Το σημαδιακό 2004
Όπως και τις προηγούμενες εποχές, έτσι και το φθινόπωρο οι χαμηλότερες θερμοκρασίες καταγράφηκαν πριν το 2000.
Συγκεκριμένα, το Νοέμβριο του 1988 η χαμηλότερη θερμοκρασία έφθασε τους -0,6 βαθμούς, ενώ επτά χρόνια αργότερα και συγκεκριμένα το 1995 το θερμόμετρο κατέγραψε 0,3 βαθμούς Κελσίου.
Μοναδική εξαίρεση, το 2004 όπου επίσης τον Νοέμβριο η θερμοκρασία ακούμπησε τους 1,4 βαθμούς, καθιστώντας τον συγκεκριμένο μήνα τον μοναδικό που κατάφερε να εισβάλει στην πρώτη τριάδα με τις χαμηλότερες θερμοκρασίες.
Μείωση των θερμοκρασιών το 2019 με εξαίρεση τον Μάιο
Σε ότι αφορά τη φετινή χρονιά, μέχρι στιγμής οι θερμοκρασίες παρουσιάζουν μείωση σε σύγκριση με το 2018, όπου οι θερμοκρασίες ήταν από τις υψηλότερες των τελευταίων χρόνων.
Συγκεκριμένα, η χαμηλότερη θερμοκρασία για φέτος καταγράφηκε τον Ιανουάριο, όπου η θερμοκρασία έφθασε μέχρι και στους μείον 0,2 βαθμούς, σε σύγκριση με τους 2,6 τον Ιανουάριο του 2018.
Σταθερά πιο χαμηλή ήταν και η θερμοκρασία τους επόμενους μήνες σε σύγκριση με την περσινή χρονιά.
Σε ότι αφορά τις υψηλότερες θερμοκρασίες που καταγράφηκαν, από τον Ιανουάριο μέχρι τον Απρίλιο ήταν χαμηλότερες από αυτές του 2018, με εξαίρεση τον Μάιο και τον Ιούνιο, όπου η θερμοκρασία έφθασε μέχρι τους 42,1. Τον Μάιο του 2018 είχε ανέβει μέχρι και τους 39,7 βαθμούς, ενώ τον Ιούνιο του ιδίου έτους έφθασε στους 40,8.

Μέχρι και 5,8 βαθμούς αύξηση έως το 2100
Σε ότι αφορά γενικότερα την αύξηση της θερμοκρασίας στον πλανήτη, η επίσημη επιστημονική θέση πάνω στις κλιματικές μεταβολές, όπως αυτή εκφράζεται από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (ΔΕΑΚ) του ΟΗΕ, είναι πως η μέση θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί από 0,2 μέχρι 0,6 βαθμούς Κελσίου, από τα τέλη του 19ου αιώνα και πως η αύξηση αυτή οφείλεται σημαντικά στην ανθρώπινη δραστηριότητα των τελευταίων πενήντα ετών.
Από την άλλη, μία μειοψηφία επιστημόνων διαφοροποιείται σε σχέση με την άποψη αυτή, αμφισβητώντας την καταλυτική επίδραση που ενδέχεται να έχει η ανθρώπινη δραστηριότητα σε σχέση με την παγκόσμια θέρμανση.
Σχετικά με τις κλιματικές μεταβολές που αναμένονται μελλοντικά, επικρατεί ένα σημαντικό ποσοστό αβεβαιότητας σε επίπεδο επιστημονικών προβλέψεων.
Το θέμα αποτελεί επιπλέον ένα αμφιλεγόμενο πολιτικό ζήτημα, που σχετίζεται με την ανάγκη λήψης πολιτικών μέτρων αντιμετώπισης του προβλήματος της παγκόσμιας θέρμανσης, εκ μέρους των κυβερνήσεων.
Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες, η θερμοκρασία της γης ενδέχεται να αυξηθεί κατά 1,4-5,8 βαθμούς Κελσίου, εντός της χρονικής περιόδου 1990 και 2100.
Μία τέτοια ενδεχόμενη αύξηση της θερμοκρασίας δύναται να έχει ως συνέπειες την αύξηση της στάθμης των θαλασσών, τη δημιουργία ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως πλημμύρες ή τυφώνες, και την εξαφάνιση βιολογικών ειδών.
Αν και το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη αναμένεται να αυξήσει την ένταση και τη συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων, θεωρείται δύσκολο να συνδεθεί ένα μεμονωμένο καιρικό φαινόμενο ως άμεσο αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης.

Send this to a friend